καρκίνος μαστού

με μια γρήγορη ματιά

Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πιο συχνή κακοήθεια σε γυναίκες μεγαλύτερες των 50 ετών.

Τα πιο συχνά συμπτώματα καρκίνου του μαστού είναι ψηλαφητό μόρφωμα στον μαστό, ετερόπλευρη αιματηρή ρύση θηλής, αλλαγές στο δέρμα ή το σχήμα του μαστού, ψηλαφητό μόρφωμα στη μασχαλιαία χώρα.

Ο πόνος στον μαστό σπάνια αποτελεί σύμπτωμα καρκίνου.

Ποσοστό έως 85% των γυναικών που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο μαστού επιτυγχάνουν επιβίωση > των 20 ετών μετά τη διάγνωση.

τι είναι ο καρκίνος του μαστού

Με τον όρο καρκίνος μαστού περιγράφεται ο ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός των κυττάρων του μαστού. Εμφανίζεται λόγω μεταλλάξεων ή μη φυσιολογικών αλλαγών στα γονίδια εκείνα που είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Τα γονίδια αυτά βρίσκονται στον πυρήνα κάθε κυττάρου και λειτουργούν ως μηχανισμός ελέγχου για το κύτταρο. Φυσιολογικά τα κύτταρα πολλαπλασιάζονται με συγκεκριμένο ρυθμό ώστε τα γερασμένα κύτταρα να αποπίπτουν και νέα, υγιή κύτταρα να τα αντικαθιστούν. Με την πάροδο της ηλικίας όμως, μεταλλάξεις συμβαίνουν στα γονίδια με αποτέλεσμα η λειτουργία του ελέγχου να χάνεται και ο πολλαπλασιασμός να γίνεται ανεξέλεγκτα. Αυτό οδηγεί στη δημιουργία ενός όγκου. Ένας όγκος στο μαστό μπορεί να είναι καλοήθης (90% των περιπτώσεων, δεν είναι απειλητικός για τη ζωή) ή κακοήθης (έχει τη δυναμική να γίνει απειλητικός για τη ζωή).

Ο καρκίνος του μαστού ξεκινάει είτε από τα λόβια, τη μονάδα παραγωγής γάλακτος του μαστού, είτε εντός των πόρων, της οδού δηλαδή που ακολουθεί το μητρικό γάλα. Λιγότερο συχνά μπορεί να ξεκινά από τον συνδετικό ή τον λιπώδη ιστό του μαστού. Στη συνέχεια, ο όγκος μεγαλώνει και αρχίζει να διηθεί παρακείμενους ιστού, ενώ μπορεί να αρχίσει να μεθίσταται μέσω της λεμφικής οδού στους λεμφαδένες της μασχάλης. Εάν επεκταθεί στους λεμφαδένες τότε μπορεί να αρχίσει να δίνει μεταστάσεις και σε άλλα όργανα του σώματος.

Με τον όρο στάδιο του καρκίνου του μαστού αναφερόμαστε στο πόσο μακριά τα καρκινικά κύτταρα έχουν δώσει μεταστάσεις, πέραν του αρχικού όγκου. Αν και ο καρκίνος του μαστού προκαλείται από μεταλλάξεις ή αλλαγές σε γονίδια, ωστόσο μόνο σε ποσοστό 5-10% οι μεταλλάξεις αυτές έχουν κληρονομηθεί από κάποιο συγγενικό πρόσωπο. Στην πλειοψηφία οι μεταλλάξεις είναι επίκτητες και πολλές φορές αποδίδονται στη διαδικασία γήρανσης των κυττάρων.

Η διατήρηση ισορροπημένης δίαιτας, η διακοπή ή αποφυγή του καπνίσματος, η μειωμένη κατανάλωση αλκοόλ, η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου μαστού αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εξαφανίσουν τον κίνδυνο αυτό. Εάν μια γυναίκα διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού, δεν πρέπει να αισθάνεται ότι ευθύνεται για αυτό ή ότι έκανε κάτι λάθος.

Μη διηθητικό πορογενές καρκίνωμα (DCIS):

Το DCIS είναι ο πιο συχνός μη διηθητικός καρκίνος μαστού και αντιστοιχεί στο ένα πέμπτο του συνολικού αριθμού των πρωτοεμφανιζόμενων κακοηθειών μαστού κάθε χρόνο. Συνήθως το DCIS διαγιγνώσκεται ως μια μη ψηλαφητή μαστογραφική αλλοίωση (συνήθως αποτιτανώσεις) και δεν προκαλεί συμπτώματα λόγω του περιορισμού των καρκινικών κυττάρων εντός των πόρων, το DCIS έχει ιδιαίτερα καλή πρόγνωση. Αντιμετωπίζεται, καταρχάς, με χειρουργική επέμβαση και σχεδόν όλες οι γυναίκες που θα διαγνωστούν σε πρώιμο στάδιο μπορεί να θεραπευτούν. Μετά την επέμβαση και αν ο όγκος εμφανίζει χαρακτηριστικά που συνοδεύονται από υψηλά ποσοστά υποτροπής η ασθενής υποβάλλεται σε ακτινοθεραπεία ή και ορμονοθεραπεία.

Διηθητικό Πορογενές καρκίνωμα (IDC):

Πρόκειται για τον πιο συχνό τύπο καρκίνου στον μαστό και αφορά περίπου 8 στους 10 διηθητικούς καρκίνους μαστού. Το διηθητικό πορογενές καρκίνωμα (IDC) ξεκινά από έναν γαλακτοφόρο πόρο στον μαστό, διαπερνά από τα τοιχώματα του πόρου και αναπτύσσεται μέσα στον λιπώδη ιστό του μαστού. Στο διηθητικό καρκίνωμα του μαστού τη μεγαλύτερη προγνωστική αξία αποτελεί ο βαθμός πυρηνικής διαφοροποίησης (Grade).

Διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα (ILC):

Περίπου 1 στους 10 διηθητικούς καρκίνους στον μαστό είναι λοβιακό καρκίνωμα (ILC). Στο διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα τα καρκινικά κύτταρα προέρχονται από τα λόβια του μαστού και εξαπλώνονται στον μαζικό αδένα που διηθούν. Ο τύπος αυτός διηθητικού καρκίνου απαντάται σε περίπου 10-15% των περιπτώσεων, και θα πρέπει να διαχωρίζεται και να μην συγχέεται με το in situ λοβιακό καρκίνωμα του μαστού (LCIS), που δεν θεωρείται κακοήθεια του μαστού αλλά παράγοντας κινδύνου για ανάπτυξη κακοήθειας.

Το διηθητικό λοβιακό καρκίνωμα είναι πιο συχνό σε γυναίκες μέσης ηλικίας και μπορεί να συνδέεται με πολυεστιακότητα σε ένα ποσοστό 55% και αμφοτερόπλευρη εντόπιση σε ένα ποσοστό περίπου 20%.

Η διάγνωση του διηθητικού λοβιακού καρκινώματος είναι δύσκολη καθώς συνήθως δεν συνδέεται με συγκεκριμένη συμπτωματολογία από τον μαστό και έχει την τάση μαστογραφικά να «κρύβεται» στον πυκνό αδενικό ιστό. Η μαγνητική μαστογραφία αποτελεί πολλές φορές την εξέταση εκλογής για τη διερεύνηση άτυπων μαστογραφικά και υπερηχογραφικά περιοχών που συνδέονται με ύπαρξη διηθητικού λοβιακού καρκινώματος αλλά και για τη διερεύνηση της έκτασης της νόσου.

Σωληνώδες (tubular) καρκίνωμα:

Πολύ καλά διαφοροποιημένο καρκίνωμα σε γυναίκες μέσου όρου ηλικίας τα 50 έτη. Το σωληνώδες καρκίνωμα χαρακτηρίζεται από την παρουσία καρκινικών κυττάρων που σχηματίζουν σωληνώδεις ή αδενικές δομές. Οι βλάβες αυτές έχουν εξαιρετική πρόγνωση σε σύγκριση με τα διηθητικά καρκινώματα των πόρων.

Βλεννώδες (mucinous) ή Κολλοειδές (colloid) καρκίνωμα:

Τα βλεννώδη καρκινώματα είναι υπεύθυνα για το 1-2% των διηθητικών καρκίνων του μαστού και φαίνεται να είναι πιο συχνά σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας (60-70 ετών). Οι βλάβες αυτές ανήκουν στους διηθητικούς καρκίνους του μαστού με καλή εντούτοις πρόγνωση.

Μυελοειδές (medullary) καρκίνωμα:

Αποτελεί το 5-8% των καρκινωμάτων του μαστού συνήθως σε γυναίκες κάτω των 50 ετών. Σε γενικές γραμμές έχουν καλή πρόγνωση.

Νόσος Paget της θηλής του μαστού

Κλινικά το κύριο χαρακτηριστικό της νόσου είναι η εκζεματοειδής εμφάνιση της θηλής. Ξεκινά από τα λόβια του μαστού και εξαπλώνεται στο δέρμα από τη θηλή και τη θηλαία άλω. Ιστολογικά εμφανίζεται ανάπτυξη νεοπλασματικών κυττάρων μέσα στην επιδερμίδα του δέρματος της θηλής και μπορεί να είναι προδιηθητικό (in situ) ή να συνοδεύεται από υποκείμενο διηθητικό πορογενές καρκίνωμα.

Διηθητικό Θηλώδες (papillary) καρκίνωμα:

Σπάνιος τύπος καρκίνου μαστού με καλή πρόγνωση.

Φλεγμονώδες καρκίνωμα:

Αποτελεί το 1% με 3% όλων των περιπτώσεων καρκίνου στον μαστό. Κλινικά εμφανίζονται τα σημεία της φλεγμονής, δηλ. ερυθρότητα και οίδημα του δέρματος του μαστού με κύριο ιστολογικό χαρακτηριστικό την εκτεταμένη λεμφαγγειακή διήθηση του μαζικού παρεγχύματος ή/και του δέρματος. Χαρακτηριστικό σημείο αποτελεί η μορφολογία “φλοιού πορτοκαλιού” (peau d’orange) που παρουσιάζει το δέρμα του μαστού.

Η σταδιοποίηση του καρκίνου του μαστού καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά του όγκου, καθώς και από την εξάπλωσή του στο σώμα και χρησιμεύει:

~ Στην εκτίμηση της πρόγνωσης της νόσου.
~ Στην επιλογή της βέλτιστης και εξατομικευμένης θεραπείας.

Εκφράζεται με τη μορφή αριθμού, ξεκινώντας από το 0 και φτάνοντας μέχρι το IV. Το στάδιο 0 περιγράφει μη διηθητικό καρκίνο ο οποίος εντοπίζεται μόνο στο μαστό ενώ το στάδιο IV περιγράφει διηθητικό καρκίνο που έχει επεκταθεί εκτός μαστού και σε άλλα όργανα του σώματος.

Σύμφωνα με τις στατιστικές μελέτες η πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, εφόρου ζωής είναι 12%, δηλαδή 1 στις 8 γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο στο μαστό της κάποια στιγμή στη ζωή της. Όμως ο εξατομικευμένος κίνδυνος κάθε γυναίκας μπορεί να διαφέρει από αυτό και επηρεάζεται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες, όπως το οικογενειακό ιστορικό, το περιβάλλον, ο τρόπος ζωής κ.ά.

Με τον όρο παράγοντες κινδύνου νοείται οτιδήποτε μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Οι πιο σημαντικοί από αυτούς δεν γίνεται να ελεγχθούν, όπως το οικογενειακό και κληρονομικό ιστορικό. Άλλοι (λιγότερο σημαντικοί) μπορούν να ελεγχθούν όπως το σωματικό βάρος, η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα.

Σωματικό βάρος

Η παχυσαρκία σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου μαστού, ειδικά μετά την εμμηνόπαυση. Ο λιπώδης ιστός αποτελεί την κύρια πηγή δημιουργίας οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση, όταν η παραγωγή τους από τις ωοθήκες μειώνεται σημαντικά. Επομένως το αυξημένο σωματικό βάρος σχετίζεται με μεγαλύτερη παραγωγή οιστρογόνων, με αποτέλεσμα να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού.

Διατροφή

Η ισορροπημένη διατροφή που είναι πλούσια σε φρούτα και λαχανικά και χαμηλή σε κορεσμένα λίπη βοηθά στη διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους. Είναι θεμιτό να αποφεύγονται, στο βαθμό του εφικτού, τα επεξεργασμένα τρόφιμα.

Άσκηση

Όλο και περισσότερες μελέτες συνηγορούν υπέρ της πεποίθησης ότι η συστηματική άσκηση μπορεί να μειώσει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου.

Αλκοόλ

Όσο περισσότερο αλκοόλ καταναλώνει μια γυναίκα τόσο αυξάνει η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου. Το αλκοόλ παρεμβαίνει στην ικανότητα του σώματος να ελέγχει τα επίπεδα των κυκλοφορούντων οιστρογόνων, με αποτέλεσμα να δρα σαν παράγοντας κινδύνου.

Κάπνισμα

Το κάπνισμα σχετίζεται με μικρή αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης καρκίνου μαστού.

Έκθεση σε οιστρογόνα

Τα οιστρογόνα διεγείρουν τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του μαζικού παρεγχύματος με αποτέλεσμα μακροχρόνια έκθεση σε οιστρογόνα (π.χ. παχυσαρκία, ορμονική υποκατάσταση μετά την εμμηνόπαυση), χωρίς περιόδους διακοπής, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.

Αντισυλληπτικά Δισκία

Η από του στόματος λήψη αντισυλληπτικών δισκίων φαίνεται να αυξάνει σε μικρό βαθμό την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου, για ορισμένη χρονική διάρκεια όμως. Αν διακοπεί η χρήση τους για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών τότε ο κίνδυνος υποστρέφει.

Άγχος και ψυχολογικό στρες

Δεν έχει αποδειχθεί η ύπαρξη σαφούς συσχέτισης μεταξύ στρες και καρκίνου του μαστού. Όμως η διατήρηση χαμηλών επιπέδων στρες συμβάλει στην επίτευξη καλύτερης ποιότητας ζωής, το οποίο είναι πολύτιμο για να αντιμετωπίζει μια γυναίκα την καθημερινότητά της. Έχει αναφερθεί επίσης σε μελέτες ότι η καλή ποιότητα ζωής βοηθά στη δημιουργία ενός ισχυρού ανοσοποιητικού συστήματος.

Φύλο

Το γυναικείο φύλο αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου μαστού. Αν και οι άντρες μπορούν επίσης να νοσήσουν, εντούτοις η εμφάνιση της νόσου είναι πιο συχνή στις γυναίκες, καθώς τα κύτταρα του μαστού τους υπόκεινται συνεχώς σε μεταβολές λόγω της επίδρασης των γυναικείων ορμονών (οιστρογόνα και προγεστερόνη).

Ηλικία

Με την πάροδο της ηλικίας η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού αυξάνει σημαντικά. Στην ηλικία 30 έως 39 ετών η πιθανότητα να νοσήσει μια γυναίκα είναι 1 στις 228 γυναίκες. Στην ηλικία των 60 ετών αυτό μεταβάλλεται σε 1 στις 29 γυναίκες. Η ηλικία αποτελεί το δεύτερο σε σημαντικότητα παράγοντα κινδύνου.

Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού

Η ύπαρξη συγγενούς πρώτου βαθμού (μητέρα, αδερφή, κόρη) ή πολλαπλών συγγενών 2ου βαθμού που νόσησαν από καρκίνο μαστού ή καρκίνο ωοθηκών αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού σημαντικά.

Ατομικό ιστορικό καρκίνου μαστού

Εάν μια γυναίκα έχει νοσήσει στο παρελθόν από καρκίνο του μαστού, τότε έχει αυξημένη πιθανότητα συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό, να νοσήσει στο μέλλον ξανά, είτε στον ίδιο είτε στον ετερόπλευρο μαστό.

Ακτινοβολία στην περιοχή του θώρακα

Προηγηθείσα ακτινοβολία στην περιοχή του θώρακα, σε ηλικία μικρότερη των 30 ετών, αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου.

Αυξημένη έκθεση σε οιστρογόνα

Πρώιμη εμμηναρχή (πριν την ηλικία των 12), καθυστερημένη εμμηνόπαυση (μετά την ηλικία των 55), έκθεση σε οιστρογόνα στο περιβάλλον για μεγάλες χρονικές περιόδους, αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού.

Κύηση και θηλασμός

Η κύηση και ο θηλασμός μειώνουν τον αριθμό των έμμηνων κύκλων στη ζωή μιας γυναίκας και έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου μαστού. Γυναίκες που δεν είχαν ποτέ τελειόμηνο κύηση ή η πρώτη τελειόμηνος κύηση ήταν μετά την ηλικία των 30 ετών έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.